23.8 C
Athens
Πέμπτη, 30 Μαΐου, 2024

ΑρχικήΑΡΘΡΑΟΧΙ ΜΑΜΑ! ΔΕΝ ΦΙΛΩ ΤΟ ΧΕΡΙ ΔΕΣΠΟΤΑΔΩΝ…(ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΗ ΑΝΘΟΥΛΑ ΒΑΜΒΟΥΡΕΛΛΗ)

ΟΧΙ ΜΑΜΑ! ΔΕΝ ΦΙΛΩ ΤΟ ΧΕΡΙ ΔΕΣΠΟΤΑΔΩΝ…(ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΗ ΑΝΘΟΥΛΑ ΒΑΜΒΟΥΡΕΛΛΗ)

Ένα θέμα που πάντα με προβλημάτιζε, ήτανε αν το ράσο κάνει τον παπά ή ο παπάς το ράσο!

Σπανίως εκκλησιάζομαι κι αυτό πολλές φορές με φορτώνει τύψεις και ενοχές. Έτσι νοιώθω όταν με ρωτάει η μαμά… «πιστεύω να πηγαίνεις πια στην εκκλησία». Έλα ρε μαμά τώρα, προσεύχομαι μόνη μου και τις αμαρτίες μου τις λέω στην Παναγιά, παίρνω άφεση  και να ξέρεις πιάνω κουβέντα με τον Χριστό, μια χαρά τα λέμε, καταλαβαίνω αν συμφωνεί ή αν διαφωνεί με όσα του ζητώ…

Αγαπώ τα ξωκκλήσια με την απλότητά τους και την γαλήνη που μου χαρίζει το τρεμάμενο φως του καντηλιού… Εκεί γδύνω την ψυχή μου και ανασταίνομαι… Όταν πηγαίνω στον Ναό μαμά… αμαρτάνω! Πως τους κατάντησαν έτσι τους τόπους αγάπης του Θεού; Πως λαμπυρίζουν οι τιάρες  των δεσποτάδων κι αυτά τα χρυσοποίκιλτα ματσούκια που κρατούν στο χέρι τους… καλά – καλά ήμαρτον την ποιμαντορική τους ράβδο!

Και μαμά, γιατί έχουν αυτό το βλοσυρό βλέμμα; Με τρομάζουν… Με τίποτε δεν θα φιλήσω το χέρι τους, προτιμώ να φιλήσω το χέρι ενός λεπρού! Δεν συμφωνώ με όλα αυτά μαμά, ούτε με τους τεράστιους πανάκριβους πολυελαίους, με τα χαλιά τα παχιά μιας μάρκας που κοστίζει αμέτρητα … το Πάσχα, τα Χριστούγεννα… δε μπορώ όλο αυτό τον πλούτο και τον στολισμό… την πασαρέλα Ιερέων και εκκλησιαζομένων! «Ντροπή σου, μεγάλωσες και ακόμη δε κατάλαβες τι συμβαίνει την ώρα των αχράντων Μυστηρίων; Να με κάτι τέτοιες σαν και σένα νευριάζει ο Θεός και θα μας κάψει μία μέρα!»

Πως να της εξηγήσω πως σκέφτομαι; Πως θέλω να νοιώθω την ώρα που γονατίζω στα σα εκ των σων  και  ευγνωμονώ, παρακαλώ, ευχαριστώ για όλα όσα μου χάρισε, με δίδαξε, με έρανε ο Θεός; Μιλώ κι αφήνω το είναι μου να περιηγηθεί στην ώρα αυτή με πλήρη συγκίνηση και ευλάβεια, μα ακούω δίπλα μου πως τα τσουρέκια φέτος γίνανε αφράτα και μυρωδάτα, ή… τα ‘μαθες; Χώρισε η Καλλιόπη… πέθανε από κακιά αρρώστια ο Θεμιστοκλής… καλέ τι φοράει αυτή χρονιάρα μέρα; Ούτε χρόνο δε φόρεσε τα μαύρα!

Άνθρωπος είμαι, αδυναμίες έχω κι ακούω και θυμώνω… θυμώνω με όλο αυτό το δήθεν… φεύγει το μυαλό από την ιερή ώρα της προσευχής! 

Και  βγαίνει ο δίσκος… ελεήστε την εκκλησία… έχουμε έξοδα και φραπ – φρουπ με γεμίζει κολόνια για ευλογία….! 

Ο Χριστός απ’ ότι διδάχτηκα στο σχολείο, φορούσε σαντάλια κι έναν απλό χιτώνα, είχε βλέμμα βελούδινο που άνθιζε η αγάπη και μοσχοβόλαγε το μύρο… Τώρα ντύνονται σαν καρναβάλια, με φορεσιές χρυσοκέντητες και παραγγελιές από ακριβά καταστήματα Ιερατικών ενδυμάτων, που τα συνολάκια είναι φορτωμένα με τα χιλιάδες κέρματα, από το υστέρημα της κυρά Ευτέρπης, της κυρά Κατίνας και της Ελένης και του κ. Γιώργου και του μικρού Ιάσωνα!

Με διώχνουν όλα αυτά μαμά, με στέλνουν έξω από τον οίκο του Θεού. Δε νοιώθω ηρεμία, συγχύζομαι… Στο γαϊδουράκι ο Χριστός, σε πολυτελή αυτοκίνητα οι Μητροπολίτες, μα καλά τόσα πολλά χρήματα κερδίζουν; Πόσο πια πληρώνονται; Από το κεράκι; Από γάμους πλουσίων; Από δωρεές αθώων απλών ανθρώπων; 

Ξέρεις μαμά ότι οι περισσότεροι τακτοποιούν συγγενείς και τοποθετούν ανίψια, αδέλφια, εγγόνια…ίσως κι εξώγαμα, αφού δεν τους επιτρέπεται ο γάμος;

Αστεία πράγματα! Το sex; Μα κόβεται το sex; Ευτυχώς που υπάρχουν και μερικοί που γεύονται τον έρωτα με γυναίκες …γιατί απ’ όσα διαβάζουμε και αποδεικνύονται και στο διαδίκτυο με video  …..πολλά εγκλήματα συμβαίνουν κι ας μη συνεχίσω… Γιατί μαμά οι δεσποτάδες κοιμούνται και ονειρεύονται σε ανάκτορα πολυτελή, καίνε πετρέλαιο για απέραντα τετραγωνικά και διδάσκουν από άμβωνάς με ύφος άρχοντα και εξουσίας, το αγαπάτε αλλήλους κι ο έχων δύο χιτώνας δωρίζει τον έναν σε φτωχούς!

Ω τι αστείο μαμά! Με την περιουσία του μπαμπά τους, μαμά, χτίσανε τα μητροπολιτικά μέγαρα που τα περισσότερα, φιλοξενούν και την σύντροφο που τζάμπα τρώει, τζάμπα πίνει, τζάμπα κοιμάται και κάνει και τα κουμάντα και την προσκυνάνε οι απλοί Ιερείς;

Να νοικιάσει διαμέρισμα, σύμφωνα με τον βαλάντιό του κι όλες αυτές οι επαύλεις, να γίνουνε  οικοτροφεία, ορφανοτροφεία,  γηροκομεία σε φτωχούς, να φιλοξενήσουν παιδιά με νοητική υστέρηση  απόρων οικογενειών!

Κάποτε άκουγα για κάποιο δεσπότη που… είχε τούβλα από χρυσό! Ναι τούβλα! και μη με διορθώνεις…. και το άμοιρο ποίμνιό του πεινούσε και ήταν άρρωστο και άστεγο!

Όχι μαμά δε με πείθεις! Εάν ο Ιερέας θέλει να είναι εκπρόσωπος του Θεού, εάν θέλει να τον βλέπω έτσι, να συμβιβαστεί με την εποχή, να ανοίξει την πόρτα της ψυχής του, να αγκαλιάσει τον αναξιοπαθούντα, να σταθεί δίπλα σε κρεβάτια πόνου, να επισκέπτεται και να χαρίζει αγκαλιές αγάπης σε όσους το έχουνε ανάγκη…

Να οδηγήσει μηχανάκι, απλό αυτοκίνητο, να μη προκαλεί… γιατί προκαλεί, με τα έργα και το στυλ του. Οι Ναοί να προσελκύουν τους νέους που μ’ αυτά και με τούτα  απομακρυνθήκανε από την εκκλησία. Να τους εξομολογεί με αγάπη περίσσεια και να μην υπάρχει τηλέφωνο, να είναι ένας μικρός χώρος απλός που να βοηθάει το ξαλάφρωμα της ψυχής!

Ο Ιερέας, ο Χριστός κι ο αμαρτωλός… τίποτε άλλο. Ζητάω πολλά εγώ ο Χριστιανός;

Σε κάποιο πανηγύρι κάποτε, μια καυτή μέρα που έλιωναν κι οι πέτρες από το λιοπύρι ένα πούλμαν ανθρώπων μεγάλης ηλικίας, περίμενε μέσα στην καυτή άσφαλτο, (γιατί κόπηκε η κυκλοφορία) να περάσει μετά από μία ώρα το κομβόι με την ηγεσία της περιοχής! Τους προύχοντες, τις ξιπασμένες κυρίες, τους δεσποτάδες και όλους αυτούς που θεωρούνται ΕΞΟΥΣΙΑ!

Ως νευρόσπασμα, ανέβηκα την ανηφόρα να δω τι γίνεται και γιατί δεν επιτρέπεται το πούλμαν να ‘ρθει να τους πάρει …Εκεί είδα ένα αγοράκι με ξύλινα πόδια και μια μανούλα να ζητάει ελεημοσύνη… Είδα όλους αυτούς τους ρασοφόρους με το ματσούκι στο χέρι να το προσπερνάνε, χωρίς οίκτο, χωρίς το αγαπάτε αλλήλους, χωρίς ίχνος θρησκείας κι εκκλησίας …

Κόσμος πολύς μα δεν επιτρεπότανε να μπεις στον ναό, έπρεπε πρώτα να φύγουνε οι ΕΠΙΣΗΜΟΙ.

Ένα γλυκό παπαδάκι, μικρό σε ηλικία, ξέφυγε απ’ όλους αυτούς του σπλαχνικούς, και χάιδεψε το παιδάκι, γύρισε πίσω στον ναό και σε λίγο ξανάρθε με μία τσάντα φαγητά, νερό και μερικά κέρματα! Δόξα τω Θεώ , είδα έναν αληθινό εκπρόσωπο του Θεού…

Μέσα οι κυρίες με τα κολιέ, τα φρου – φρου και τ’ αρώματα… Χώθηκα σαν αλητάκι και μπήκα στο προαύλιο… μια ευωδιά από μαγειρεμένα φαγητά με έκανε να στρέψω ασυναίσθητα το βλέμμα δεξιά! Καμιά εικοσαριά άτομα περιμένανε με ύφος θλιμμένο… πως μυρίζει η θλίψη… πως φωνάζει δυνατά Χριστέ μου!

Τι περιμένετε εδώ; ρώτησα μούσκεμα στον ιδρώτα….. Μόλις φύγουνε οι Επίσημοι  θα μας δώσουνε φαγητό κι εμάς… αλλά μερικοί τρώνε ακόμη!

Ακούς μαμά; Ακούς; Μόλις φάνε και ντερλικώσουνε όλοι οι Ηγέτες, θα φάει ότι περισσέψει και ο φτωχούλης του Θεού! 

Εκεί στο περίμενε κι  αστυνομικοί, παιδιά μικρά που φάγανε όλη την ζέστη για να καλοπεράσουνε οι ανώτεροι τους. Τα γεροντάκια περιμένανε τις αγκαλιές και τα φιλιά, τις φωτογραφίες και τις μερσεντές!

Αυτά μαμά… όχι – όχι δεν τα μηδενίζω όλα, υπάρχουνε κι οι σεπτοί Ιεράρχες. αυτούς τους προσκυνώ… είναι όμως τόσο σπάνιοι…!

 

Σετικά άρθρα
Creative People

Τελευταία Νέα