Ας υποθέσουμε ότι –ως εκ θαύματος– είχαμε αύριο στη διάθεσή μας, ως χώρα, 10 εκατ. κλίνες εντατικής, κατάλληλες για νοσηλεία ασθενών COVID-19. Τι θα κάναμε; Θα εγκαταλείπαμε τα μέτρα, τις προφυλάξεις, τις ελεγχόμενες εξόδους, τις μάσκες, την καραντίνα; Η εύκολη απάντηση, για όσους μεταφέρουν τη συζήτηση γύρω από την πανδημία αποκλειστικά και μόνο στην περίθαλψη των ασθενών, είναι προφανώς «ναι». Η εύκολη απάντηση. Γιατί μια προσεκτική ματιά στους αριθμούς της πανδημίας, στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, επιβάλλει δεύτερες σκέψεις και σίγουρα όχι εύκολες απαντήσεις.
Τι μας λένε οι αριθμοί αυτοί; Οτι η πανδημία έχει σημαντικά υψηλό ποσοστό θνησιμότητας μεταξύ των ασθενών που φθάνουν να χρειαστούν νοσηλεία σε ΜΕΘ, ενώ μετράει θύματα και ανάμεσα σε όσους νοσηλεύονται σε απλές κλίνες και εμφανίζουν ραγδαία επιδείνωση. Πόσο είναι το ποσοστό; Η προχθεσινή αναφορά του καθηγητή Πνευμονολογίας και Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Θ. Βασιλακόπουλου, ότι περίπου 40% όσων νοσηλεύονται διασωληνωμένοι θα χάσουν τη ζωή τους, δίνει σαφή εικόνα. Θα αρκούσε, λοιπόν, να ξέρουμε ότι έχουμε διαθέσιμη ανά πάσα στιγμή κλίνη νοσηλείας καθένας από εμάς, για να εγκαταλείψουμε τα μέτρα προστασίας και την προσπάθεια ανάσχεσης της μετάδοσης της νόσου;
Καινοφανή ερωτήματα, καινοφανή διλήμματα. Στην πρώτη φάση της πανδημίας συγκλόνισαν οι μαρτυρίες γιατρών από Ιταλία, Ισπανία και άλλες χώρες που χτυπήθηκαν σκληρά από τη μετάδοση του ιού, ότι έφθασαν σε σημείο να αναγκαστούν να επιλέξουν ποιοι ασθενείς θα διασωληνωθούν στις εντατικές και ποιοι όχι. Στην Ελβετία, με ανακοίνωσή της, η Εταιρεία Εντατικολόγων γνωστοποίησε στους πολίτες ότι οι ΜΕΘ της χώρας είναι γεμάτες και τους ζήτησε να διαλέξουν, μέσω διαθήκης, με ποιον τρόπο θέλουν να διαχειριστούν αυτό το δεδομένο. Ουσιαστικά, να γίνουν και εκείνοι μέτοχοι της απόφασης την οποία, σε διαφορετική περίπτωση, θα πρέπει να λάβουν μόνοι οι γιατροί. Ενας οικονομολόγος Υγείας –και πάλι στην Ελβετία– έθεσε ένα κριτήριο: πρότεινε οι αρνητές του κορωνοϊού να χάνουν το δικαίωμα σε κλίνη εντατικής, εάν υπάρχει συμφόρηση στις δομές νοσηλείας. Τα ηθικά, ανθρωπιστικά, επιστημονικά ζητήματα που ανακύπτουν ουκ ολίγα. Αλλά δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουσα αυτή την πρόταση. Την έχω ακούσει ξανά σε συζητήσεις σχετικές με τους αρνητές του ιού και την ανεύθυνη συμπεριφορά τους από φίλους, εδώ. Οι οποίοι αναρωτιούνται εάν τα πρόστιμα είναι επαρκές μέτρο συνετισμού. Απέναντι σε όλα αυτά, πρόσφατα, νοσηλεύτρια σε νοσοκομείο της σκληρά δοκιμαζόμενης Θεσσαλονίκης είπε ότι αδιακρίτως εκείνη και οι συνάδελφοί της, που καθημερινά δίνουν μάχες, νοσηλεύουν ασθενείς με την ίδια φροντίδα, ακόμη κι εκείνους που πριν νοσήσουν αμφισβητούσαν την ύπαρξη του ιού και τη σοβαρότητα της νόσου.
Με τις αντοχές του συστήματος υγείας μέρα με τη μέρα να λιγοστεύουν και τα περιθώρια να στενεύουν δραματικά, τα ερωτήματα και τα διλήμματα πυκνώνουν. Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν, υπάρχει η ζοφερή πραγματικότητα των αριθμών, που δεν αφήνει πεδίο για αμφισβητήσεις και ερμηνείες.
πηγή: kathimerini.gr