Η αφήγηση της Νόνικας Γαληνέα για τον μεγάλο έρωτα που έζησε με τον Αλέκο Αλεξανδράκη είναι απολαυστική: «Ήταν καλοκαίρι του 1969, τότε που πρωτοδουλέψαμε στο θέατρο ”’Μετροπόλιταν” της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, στα “Μεγάλα Χρόνια” του Γεωργίου Ρούσσου. Εγώ ήμουν σε διάσταση από πολύ καιρό και εκείνη την εποχή έβγαινε επιτέλους το διαζύγιό μου».
Ο Αλέκος ήταν πάντα ο πρώτος που ερχόταν στην πρόβα και ο τελευταίος που έφευγε. Ήξερα πως ήταν παντρεμένος και πως είχε ένα αγοράκι. Δεν είχαμε ανταλλάξει ποτέ κουβέντα εκτός από καλημέρα και επειδή δεν τολμούσα να τον κοιτάω, πήγαινα από πίσω του και κοίταζα το σβέρκο και τα μαλλιά του.
Ήταν πολύ ωραίος. Ένιωθα μεγάλη έλξη, αλλά ποτέ δεν φανταζόμουν πως μια μέρα, σύντομα, θα είμαστε ζευγάρι. Δε φανταζόμουν καν πως του άρεσα. Την πρώτη φορά που μου μίλησε στην πρόβα μού είπε: “Καλοκαίρι με τη Μόνικα”. Του είπα: “Μόνο που εμένα με λένε Νόνικα”. Και μου απάντησε: “Το ξέρω”.
“Δε μίλαγε ο άτιμος και εγώ ήμουν τρισχειρότερη. Έλεγα από μέσα μου: “Αντίσταση, βάλε αντίσταση, θα γίνεις ρεζίλι…”. Αυτό που αισθανόμουν μέρα με τη μέρα μεγάλωνε”.
Στη διαδρομή έτρεμα ολόκληρη από τρακ και νόμιζα πως θα τρελαινόμουν. Όταν βγήκε απ’ το αυτοκίνητο για να με καληνυχτίσει, του είπα (πώς το τόλμησα ούτε ξέρω): ”Φίλησέ με”.
Στο θέατρο “Μετροπόλιταν” η Νόνικα Γαληνέα μοιραζόταν το καμαρίνι της με την Νίκη Τριανταφυλλίδη, την πρωταγωνίστρια του έργου. “Δεν είχα υποψιαστεί πως δεν μπορούσε να με υποφέρει. Έδειχνε άγγελος επί της γης, αλλά πρέπει να είχε διαισθανθεί ότι άρεσα στον Αλεξανδράκη. Ένα βράδυ, στις 29 Ιουνίου 1969, μέρα Σάββατο, βγαίνοντας απ’ το καμαρίνι μας με κλείδωσε μέσα και έφυγε. Άρχισα να φωνάζω. Ο φύλακας δεν υπήρχε περίπτωση να με ακούσει.
Αν και φορούσε διπλά ακουστικά, ήταν θεόκουφος. Και με άκουσε ο Αλεξανδράκης από τη μάντρα, δύο τετράγωνα πιο κάτω, όπου είχε πάει να πάρει το αυτοκίνητό του. Γύρισε πίσω και μου άνοιξε μαζί με το φύλακα, γιατί η άλλη είχε βάλει λουκέτο.
Του είπα πως δεν είχα αυτοκίνητο, παρόλο που είχα, ένα κάμπριο Triumph διθέσιο, το οποίο μόλις είχα πάρει. Το είχα στην ίδια μάντρα που είχε κι εκείνος το δικό του, αλλά μια και ο Αλέκος έμενε στη Γλυφάδα κι εγώ στον Αστέρα της Γλυφάδας με πήγε εκείνος. Στη διαδρομή έτρεμα ολόκληρη από τρακ και νόμιζα πως θα τρελαινόμουν. Όταν βγήκε απ’ το αυτοκίνητο για να με καληνυχτίσει, του είπα (πώς το τόλμησα ούτε ξέρω): ”Φίλησέ με”.
Εκείνος μου είπε: ”Άσ’ το καλύτερα”, και το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι ότι βρεθήκαμε κάτω από ένα δέντρο, ενώ τ’ αυτοκίνητα περνούσαν το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο ρίχνοντας τα φώτα τους πάνω μας….”.
Σύντομα ο γάμος του Αλεξανδράκη ήταν παρελθόν. “Έφυγε από το σπίτι του και ήρθε να μείνει μαζί μου. Η γυναίκα του, ένας αξιοπρεπέστατος άνθρωπος, γύρισε στην Ελβετία με τα δυο παιδιά τους”.
Ο Αλέκος Αλεξανδράκης και η Νόνικα Γαληνέα αποτέλεσαν ζευγάρι στη ζωή και στο θέατρο για περισσότερα από είκοσι χρόνια, γράφοντας ιστορία με παραστάσεις όπως το “Κάθε χρόνο τέτοια μέρα”, “Μάρτυς κατηγορίας”, “Καινούργια σελίδα”. Το 1986 το θεατρικό ζευγάρι εγκαταστάθηκε στο θέατρο ”Ιλίσσια’, το οποίο ανακαίνισε εξ ολοκλήρου. Εκεί ανέβηκαν παραστάσεις που άφησαν εποχή, ανάμεσά τους η “Επιστροφή της γηραιάς κυρίας” και η “Ευαίσθητη ισορροπία”.
Ο κύκλος ωστόσο έκλεισε στις αρχές της δεκαετίας του ’90. “Χωρίσαμε με τον Αλέκο με πολύ κόπο, διατηρώντας πάντα μια πολύ ουσιαστική σχέση και αντιμετωπίζοντας το χωρισμό μας με αλήθεια και σεβασμό. Αυτό έσωσε τη σχέση μας”.
Στα απομνημονεύματά της με τίτλο “Επέστρεφε” (ΙΑΝΟΣ) η μεγάλη ηθοποιός έγραψε για το χαμό του Αλέκου Αλεξανδράκη: “Πόνεσα τόσο πολύ όταν έφυγε. Νόμιζα πως αυτός ο πόνος δε θα περάσει ποτέ…”.