21.3 C
Athens
Κυριακή, 26 Μαΐου, 2024

ΑρχικήΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣΚΟΜΨΟΤΕΧΝΗΜΑ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΑΚΙ ΚΑΡΘΑΙΑΣ ΣΤΗ ΚΕΑ (ΤΖΙΑ)

ΚΟΜΨΟΤΕΧΝΗΜΑ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΑΚΙ ΚΑΡΘΑΙΑΣ ΣΤΗ ΚΕΑ (ΤΖΙΑ)

Το αρχαίο θέατρο – στολίδι της Κέας χτίστηκε «με οικονομία μέσων και υλικών» όπως αναφέρθηκε στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και θα συντηρηθεί και αναδειχθεί χάρη στη χρηστή διαχείριση της Επιστημονικής Επιτροπής Κέας.

Αν και δεν περιλαμβανόταν στις συμβατικές υποχρεώσεις της, εν τούτοις, όπως είπε η πρόεδρος Εύα Σημαντώνη – Μπουρνιά, καθηγήτρια Αρχαιολογίας, κατάφεραν να εξοικονομήσουν τα χρήματα από τον σφιχτό γενικά προϋπολογισμό. Έτσι, με μια μελέτη του «Διαζώματος» θα καταστεί εφικτή η προστασία και ανάδειξή του.
Και τα δύο είναι απολύτως αναγκαία. Η θέση του αρχαιολογικού χώρου, μέσα σε ένα αλώβητο τοπίο εξαιρετικού φυσικού κάλλους αλλά χωρίς δρόμους, όπως και ο ελάχιστος αριθμός αρχαιοφυλάκων στο νησί, καθιστούν την Καρθαία δύσκολα προσβάσιμη.

«Αν δεν το προστατεύσουμε φέτος, τμήματα μπορεί να χαθούν εφόσον δεν ενσωματωθούν στο μνημείο. Μερικά είναι σε τόσο κακή κατάσταση, που κινδυνεύουν ακόμα και αν τα καταχώσουμε. Πρέπει να τα συντηρήσουμε» τόνισε η κ. Μπουρνιά.
Η Καρθαία υπήρξε μία από τις τέσσερις αρχαίες πόλεις-κράτη που αναπτύχθηκαν στην Κέα. Το κέντρο της βρίσκεται στην άκρη μιας βραχώδους λοφοσειράς και εποπτεύει έναν διπλό όρμο. Κατοικήθηκε αδιάλειπτα από τους Γεωμετρικούς Χρόνους έως την Ύστερη Αρχαιότητα, οπότε και εγκαταλείφθηκε πλήρως.
Την περίοδο 2002-2008 πραγματοποιήθηκε εκεί από την Επιστημονική Επιτροπή Κέας ένα μεγάλο έργο, με χρηματοδότηση από το Γ΄ Κ.Π.Σ., που είχε ως αποτέλεσμα την αναστήλωση – ανάδειξη των πιο επιβλητικών δημόσιων οικοδομημάτων της ακρόπολης (ναοί Απόλλωνος και «Αθηνάς», κτίριο D, Πρόπυλο) και τη δημιουργία συγκροτημένου αρχαιολογικού χώρου, με απόλυτο σεβασμό στις ιδιαίτερες απαιτήσεις του τόπου.

Από το 2011 και έως το τέλος του 2015 υλοποιείται δεύτερο μεγάλο έργο από την ίδια Επιτροπή, με χρηματοδότηση Ε.Σ.Π.Α.
Το θέατρο της Καρθαίας βρίσκεται στη βάση της νοτιοδυτικής πλαγιάς της ακρόπολης της πόλης, σε απόσταση περίπου 80 μ. από τη θάλασσα. Ήδη από το 1812, αναφέρεται στη δημοσίευση του Δανού περιηγητή Brondsted. Μόλις το 1965, η Εφορεία Κυκλάδων διενήργησε μια περιορισμένη ανασκαφική τομή. Κατά την περίοδο 1987-1991, σε ανασκαφές υπό τη δρα Λίνα Μενδώνη, έγινε ευρύτερη έρευνα, με αποτέλεσμα να έρθουν στο φως τμήματα δύο κερκίδων και δύο κλιμάκων από την 8η σειρά εδωλίων έως το επίπεδο της ορχήστρας.
Εργασίες
Συστηματικές εργασίες ανασκαφής, τεκμηρίωσης, στερέωσης και ανάδειξης του θεάτρου ξεκίνησαν πριν από τέσσερα χρόνια. Το θέατρο βρίσκεται στη βάση της νοτιοδυτικής πλαγιάς της ακρόπολης της πόλης, στις εκβολές ρέματος και σε απόσταση περίπου 80 μ. από τη θάλασσα. Πρόκειται για μικρή και απλή κατασκευή, εξ ολοκλήρου κτιστή, έκτασης 800 τ.μ. περίπου, στην οποία αναπτύσσεται το κοίλο, η ορχήστρα και η σκηνή. Το κοίλο διαθέτει δεκαπέντε σειρές εδωλίων, οι οποίες διακόπτονται από τρεις ενδιάμεσες κλίμακες, που το διαχωρίζουν σε τέσσερις κερκίδες. Τα εδώλια είναι δίλιθα, δηλαδή το κάθισμα μιας σειράς εδωλίων και το μέτωπο της υποκείμενης σειράς, για τη διαμόρφωση των οποίων συνήθως χρησιμοποιείται ένα λίθος, στην περίπτωση αυτή (για οικονομία υλικού) τα δύο στοιχεία διαμορφώνονται από διαφορετικά τεμάχια (λιθόπλινθους και πλάκες).

Είναι μικρού μεγέθους, απλής κατασκευής και εξ ολοκλήρου κτιστό. Καταλαμβάνει έκταση περίπου 800 τ.μ., και είχε χωρητικότητα 880 θέσεων. Δημιουργήθηκε κατά την ελληνιστική εποχή (μέσα του 4ου αι. π.Χ.). Στους υστερορωμαϊκούς χρόνους σε τμήμα του αναπτύχθηκε εκτεταμένο συγκρότημα λουτρών.
Για την κατασκευή του έχουν χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά τοπικοί λίθοι, κατά κύριο λευκός σιπολίνης και πρασινωπός σχιστόλιθος. Σημειώνεται ότι από το υλικό που έχει διασωθεί στο μνημείο, οι καλά διατηρημένες περιοχές αποτελούν το 44%, το ευπαθές θεμέλιο το 34% και οι πλήρως απογυμνωμένες περιοχές του κοίλου το 22% του συνόλου.

Στο θέατρο, που χρονολογείται στα μέσα του 4ου αι. π.Χ., διακρίνονται δύο φάσεις κι αυτές μόνο στο κτίριο της σκηνής. Πρόκειται για μία υστεροκλασσική (σύγχρονη με την κατασκευή του κοίλου) και μία επέκταση στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους, ενώ στα υστερορρωμαϊκά χρόνια εντοπίστηκε σε μεγάλο τμήμα του σκηνικού οικοδομήματος ένα συγκρότημα λουτρών με δεξαμενές, φρέατα και πολλαπλούς χώρους με υπόκαυστα, που στην ουσία κατάργησε τη νότια πάροδο και τη σκηνή.

Στα νεότερα χρόνια έγιναν εκτεταμένες λιθαρπαγές από ντόπιους, ώστε να χρησιμοποιήσουν το υλικό για κατασκευές σπιτιών. Ο, τι έχει βρεθεί διάσπαρτο ή παρατοποθετημένο θα ξαναχρησιμοποιηθεί και θα γίνουν συμπληρώσεις από τεχνητό λίθο ή από σχιστόλιθο.
Τη μελέτη παρουσίασαν η αρχαιολόγος Τ. Πανάγου και η αρχιτέκτων μηχανικός Δ. Μαυροκορδάτου, που τη συνέταξαν με τη Λουκία Λάσκαρη.

Σετικά άρθρα
Creative People

Τελευταία Νέα