Κείμενο Βαγγέλης Πρατικάκης
Οι υποψίες ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι συνήθιζαν να ακρωτηριάζουν τελετουργικά τους εχθρούς τους δείχνει να επιβεβαιώνεται από μελέτη που εξέτασε 11 κομμένα χέρια.
Τα μακάβρια ευρήματα ανασύρθηκαν το 2011 από δύο ρηχούς λάκκους μπροστά στο αρχαίο παλάτι του Τελ Ελ-Νταμπά στη βόρεια Αίγυπτο. Χρονολογήθηκαν μεταξύ του 1620 και του 1550 προ Χριστού, όταν το Τελ Ελ-Νταμπά ονομαζόταν Άβαρις και ήταν πρωτεύουσα της αρχαίας Αιγύπτου.
Όταν πρωτοείδε τα αποσκελετωμένα χέρια, κομμένα από τον καρπό, ο αρχαιολόγος Μάνφρεντ Μπίτακ της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών σκέφτηκε αμέσως τις αρχαίες τοιχογραφίες που δείχνουν πολεμιστές να παραδίδουν στους φαραώ τα κομμένα άκρα εχθρών ως τρόπαια πολέμου, παίρνοντας ως αντάλλαγμα χρυσά κοσμήματα.
Όμως το πολεμικό τελετουργικό, γνωστό ως «χρυσός της τιμής», ήταν γνωστό ως σήμερα μόνο από μαρτυρίες και απεικονίσεις, χωρίς φυσικά ευρήματα. Ορισμένοι αιγυπτιολόγοι προτιμούσαν μια εναλλακτική εξήγηση, σύμφωνα με την οποία ο ακρωτηριασμός ήταν μια μορφή τιμωρίας για κλέφτες ή άλλους εγκληματίες.
Ανάλυση που δημοσιεύεται τώρα στο Scientific Reports διαψεύδει την εναλλακτική εξήγηση και επιβεβαιώνει ότι τα κομμένα άκρα ήταν όντως τρόπαια πολέμου. Ο Μπίτακ και οι συνεργάτες του αναφέρουν ότι τα χέρια ανήκαν σε άνδρες και είχαν κοπεί χωρίς να μείνουν ίχνη στα οστά, ένδειξη ότι ο ακρωτηριασμός γινόταν προσεκτικά και όχι για παράδειγμα με κάποιο τσεκούρι.
Επιπλέον, τα χέρια φαίνεται πως είχαν κοπεί μετά θάνατον, αφότου είχε επέλθει νεκρική ακαμψία, καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν δύσκολο να κοπούν οι τένοντες χωρίς να χαραχθούν τα οστά. Ακόμα, όλα τα χέρια φαίνεται ότι τοποθετήθηκαν προσεκτικά στους δύο λάκους ταυτόχρονα, ένδειξη ότι η πρακτική εφαρμόστηκε μαζικά σε νεκρούς στρατιώτες και όχι σε ζωντανούς εγκληματίες.
«Οι ακρωτηριασμοί ήταν ένας ασφαλής τρόπος να καταμετρώνται οι νεκροί εχθροί» είπε ο Μπίτακ στους New York Times. «Άφηναν επίσης τους νεκρούς εχθρούς ανίκανους να σηκώσουν το χέρι τους κατά της Αιγύπτου στον άλλο κόσμο». Υπέρ της θεωρίας των τρόπαιων συνηγορεί επίσης το γεγονός ότι οι λάκκοι βρίσκονταν σε περίοπτη θέση, ορατοί από το δωμάτιο του θρόνου.
Ο Μπίτακ πιστεύει ότι το τελετουργικό εισήχθη στην Αίγυπτο από τη δυναστεία των Υξώς, εισβολείς από την Ανατολική Μεσόγειο που κατέκτησαν την Αίγυπτο γύρω στο 1640 π.Χ και παρέμειναν στην εξουσία για περίπου έναν αιώνα με έδρα το Άβαρις. Μεταξύ άλλων έφεραν στην Αίγυπτο το άλογο, το άρμα, το σύνθετο τόξο και τα χαρακτηριστικά τους τσεκούρια.
Το τελετουργικό όμως φαίνεται ότι διατηρήθηκε από τους διαδόχους τους. Όπως σχολίασε ο Μπίτακ στο δικτυακό τόπο του Science, ο Άμωσις Α΄, ο φαραώ που τελικά εκδίωξε τους Υξώς από την Αίγυπτο «είχε έναν σωρό από χέρια που εικονίζεται στον τοίχο του ναού του στην Άβυδο».