20 C
Athens
Σάββατο, 4 Μαΐου, 2024

ΑρχικήΑΡΘΡΑΠαιδικές φιλίες! "Θυμάσαι τότε που..."

Παιδικές φιλίες! “Θυμάσαι τότε που…”

Λένε πως οι παιδικές φιλίες κρατούν για πάντα. Λένε επίσης, πως όσα περισσότερα έχεις ζήσει με τις παιδικές σου φίλες, τόσο πιο σημαντικές είναι. Και με αυτές τις φίλες, η αλήθεια είναι ότι μας δένουν πολλά! Σαν πολύχρωμες κλωστές που υφαίνονται στον αργαλειό, από τα πρώτα κιόλας χρόνια της παιδικής μας ηλικίας και πάρα τις ανομοιομορφίες στην υφή και στην πλέξη, καταφέρνουν να δημιουργήσουν, μέχρι και σήμερα, ένα υπέροχο υφαντό.

Γράφει η Σπυριδούλα (Ρούλα) Ράμμου*

Σαν μικρά παιδιά, οι γονείς μου, μας πήγαιναν εμένα και την αδερφή μου, την Λένα, από την πρωτεύουσα στο χωριό, για τις διακοπές των Χριστουγέννων, του Πάσχα και του καλοκαιριού. Τις καλοκαιρινές διακοπές βέβαια, τις περιμέναμε με ανυπομονησία! Στην αρχή παίζαμε με τα παιχνίδια μας, με μια ξύλινη κούνια που μας είχε φτιάξει ο πατέρας μου, κάναμε αγώνες ισορροπίας στο αυλάκι ή κάναμε ποδήλατο μέσα στην αυλή.

Στη συνέχεια, ήρθαν οι παρέες να μας χτυπήσουν την πόρτα. Στα δεξιά του σπιτιού μας και μεσοτοιχία με το αυλάκι μας, έρχονταν τα καλοκαίρια η Σοφία και η Γιώτα από την Πάτρα όπου έμεναν τον χειμώνα, στο σπίτι της γιαγιάς τους για να περάσουν τις διακοπές τους. Η επικοινωνία μας καθημερινά και στην αρχή βέβαια ήταν μέσα από ένα συρματόπλεγμα στην κάτω μεριά του σπιτιού λίγο πριν την αυλόπορτα που χώριζε τα δύο σπίτια ως συνέχεια του τοίχου. Στα αριστερά του σπιτιού μας, δύο σπίτια πιο πέρα, έμενε η Σωτηρία, η Χριστίνα κι ο Σπύρος. Σαν χτες θυμάμαι να ανοίγει η αυλόπορτα του σπιτιού, να μπαίνει η Σωτηρία κρατώντας από το χέρι τον αδερφό της και να μας λέει: “Γειά σας, ήρθαμε να παίξουμε“.

Μεγαλώνοντας λίγο ακόμα, περίπου στο δημοτικό, αυτές ήταν ακόμα οι πρώτες μας φίλες λόγω εγγύτητας των σπιτιών κυρίως, αλλά και της ηλικίας. Μόνο που αυτή τη φορά, ξεκίνησαν και τα παιχνίδια πηγαίνοντας η μία στο σπίτι της άλλης ή στις αυλές, πάντα σε αδερφικά ζεύγη κι είτε φέρνοντας μαζί τα παιχνίδια μας, είτε σκαρώνοντας άλλα. Πάντως το μόνο σίγουρο είναι ότι με αυτό τον τρόπο, μάθαμε να μοιραζόμαστε τα παιχνίδια μας και να παίζουμε με κανόνες, πότε τσακωνόμασταν βέβαια, πότε θυμώναμε, αλλά στο τέλος της ημέρας δίναμε πάλι ραντεβού για να ανανεώσουμε το παιχνίδι μας, βάζοντας έτσι άλλο ένα λιθαράκι για την μελλοντική μας φιλία.

Κι έτσι κάναμε! Την άλλη μέρα, πρωί πρωί ξυπνάγαμε, ντυνόμασταν, τρώγαμε κάτι γρήγορα και πηγαίναμε πρώτα στο συρματόπλεγμα φωνάζοντας τις γειτόνισσες. Μετά πηγαίναμε να πάρουμε και την γειτόνισσα εξ αριστερών και αποφασίζαμε τι παιχνίδι θα παίζαμε. Βέβαια, εκτός από τα παιχνίδια, κι άλλες αναμνήσεις έρχονται να προστεθούν  σε αυτή την όμορφη διαδρομή που λέγεται φιλία. Τότε θυμάμαι είχαμε ανακαλύψει την περιβόητη “μερέντα”! Αυτή η κρεμώδης φουντουκένια γεύση της μας είχε συνεπάρει και την καταναλώναμε μέσα σε λίγες ώρες. Με το κουταλάκι βέβαια όταν δεν έβλεπαν οι μεγάλοι και μετά τους ζητάγαμε καινούρια. Απορημένοι κι αυτοί πότε τέλειωσε και γιατί δεν μπορούσαν κάθε μέρα να μας αγοράζουν μερέντα για τα πρωινά και παγωτό τα απογεύματα, αρνούνταν πεισματικά. Πέφταμε στα πατώματα εμείς, αλλά συνωμοτούσαμε για να βρούμε μια λύση. Δεν ήταν λίγες οι φορές που αγοράζαμε μερέντα εναλλάξ με τις γειτόνισσες αλλά την τρώγαμε πάντα συνεταιρικά. Διατηρώ μια ωραία ανάμνηση στο μυαλό μου, εμάς τις τέσσερις να καθόμαστε κάτω από τον πλάτανο του σπιτιού της Σοφίας και της Γιώτας και να κρατάμε μια μερέντα και τέσσερα μικρά κουταλάκια, έτοιμα να επιτεθούν με τη σειρά μέχρι τελικής πτώσης!

Τα καλοκαίρια πέρναγαν κι η παρέα μεγάλωνε. Όταν ξεκινήσαμε να παίρνουμε τα ποδήλατα μας και να εξερευνούμε και άλλες γειτονιές του χωριού, ή αργότερα να κάνουμε βόλτες με τα πόδια κυρίως ως προς το  πετρόκτιστο σχολείο τα απογεύματα, κι άλλες φίλες και φίλοι προστέθηκαν, η Γιώτα, η Δήμητρα, η Βιβή, η Ξένια, ο Φώτης, ο Τάκης, ο Γιάννης, ο Κώστας, ο Νίκος. Τότε, ο προαύλειος χώρος του σχολείου  έσφυζε από νέα παιδιά, που κάθονταν στα σκαλιά, γεμίζοντας με τα γέλια και τα πειράγματα τους τον αέρα. Άλλοτε, έπαιζαν μπάσκετ, κυρίως τα αγόρια με ομάδες γειτονικών χωριών κι εμείς τα κορίτσια ζητωκραυγάζαμε με διάφορα εμψυχωτικά συνθήματα, υποστηρίζοντας τους.

Τα βράδια το ραντεβού δινόταν σε ένα μόνο μέρος: το σουβλατζίδικο του Μπούρμπουλα. Ένα μαγαζί μετά την κεντρική πλατεία του  χωριού με χαρακτηριστικά σιδερένια στρογγυλά τραπεζάκια κι ένα μοναδικό juke box, στο εσωτερικό του μαγαζιού, με τραγούδια από Έλληνες καλλιτέχνες της εποχής. Το βραδινό γεύμα ήταν πάντα μια πίτα σουβλάκι, όχι στο χέρι και πότε χωρίς παρέα. Τα τραπεζάκια από την πλαϊνή είσοδο του μαγαζιού ήταν ρεζερβέ κάθε βράδυ από την γνωστή ανάμεικτη πλέον παρέα αλλά και με ανοικτή αγκαλιά σε όποιον άλλον ήθελε να γίνει μέλος της. Εκεί παίζαμε χαρτιά, συζητάγαμε, λέγαμε ανέκδοτα, γελάγαμε κι αν περισσεύαν 10 ή 20 δραχμές βάζαμε κάποιο τραγούδι στο juke box. Αν ήθελες λοιπόν κάποιον να συναντήσεις από την παρέα, αυτό ήταν το μέρος!

Δε θα ξεχάσω μεγαλώνοντας λίγο, ως φοιτήτρια, τα τηλεφωνήματα που κάναμε, όταν ήταν να κατέβουμε στο χωριό, στην Βιολέτα και την Χρύσα οι οποίες έπαιρναν το μηχανάκι τους και συναντιόμασταν  σε ένα από τα γραφικά καφέ της πόλης, ή σε κάποιο μπαράκι το βράδυ, στην Σωτηρία  η οποία ήταν από τις πρώτες που κυκλοφορούσε με ένα αυτοκίνητο, το οποίο έκανε εκκωφαντικό θόρυβο, αλλά είχε πλάκα συν το ότι εξασφάλιζε σε περισσότερες από μία την συμμετοχή στην παρέα. Η Γιώτα σπούδαζε επαρχία, κι αρκετές φορές την επισκεφτήκαμε εκεί, περνώντας ωραίες στιγμές ή αλληλογραφούσαμε ανταλλάζοντας νέα. Με κάποιες από τις φίλες μας βρισκόμασταν και στην Αθήνα, όπου έμεναν τον χειμώνα, όπως την Δήμητρα και την Βιργινία στην αρχή, όπου είχαμε την ευκαιρία να τις βλέπουμε, να προσθέτουμε αναμνήσεις στο μυαλό και στην καρδιά και να γεμίζουμε με φωτογραφίες τα άλμπουμ μας. Κι άλλες φίλες ήρθαν στο κλεινόν άστυ τα επόμενα χρόνια για σπουδές, εργασία ή να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους έξω από την σιγουριά του χωριού. Η χαρά μας ήταν μεγάλη, ειδικά όταν καταφέρναμε να συγκεντρωθούμε σε μια έξοδο περισσότερες ή αν συμμετείχαν και τα αγόρια του χωριού. Τότε κορδωνόμασταν όλη η παρέα, ότι βγήκε βόλτα η παρέα της Μανάγουλης!

Στα επόμενα χρόνια, με άλλες πήγαμε εκδρομές, γελάσαμε, κλάψαμε παρέα, μοιραστήκαμε μυστικά, αγωνίες, άγχη, μάθαμε να εκτιμάμε τις λίγες πλέον ώρες που μπορούμε να αφιερώσουμε η μία στην άλλη λόγω υποχρεώσεων. Ακόμα κι αν μερικές φορές χανόμαστε ή έχουμε να τα πούμε πολύ καιρό, αρκεί μια συνάντηση στο χωριό για να μας κάνει ν’ ανοίγουμε, όπως τα μύδια όταν ζεσταίνονται, τις καρδιές μας βλέποντας η μία την άλλη. Και τότε να πάλι τα γέλια, να τα πειράγματα, να οι φράσεις όπως: ”θυμάσαι τότε..“. Κι έτσι απλά ένα χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη μας!

 

*Η Σπυριδούλα (Ρούλα) Ράμμου είναι καθηγήτρια ξένων γλωσσών

 

Σετικά άρθρα
Creative People

Τελευταία Νέα