22.8 C
Athens
Παρασκευή, 24 Μαΐου, 2024

ΑρχικήΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΚΡΙΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕΘΟΔΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΟΥ Χ.Υ.Τ.Α. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΥ

ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕΘΟΔΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΟΥ Χ.Υ.Τ.Α. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΥ

Είναι γεγονός ότι μέχρι πρόσφατα (ψήφιση του Ν. 4252/2014  «Διαδικασία Οριοθέτησης και ρυθμίσεις θεμάτων για τα υδατορέματα − ρυθμίσεις Πολεοδομικής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις») δεν υπήρχε θεσμοθετημένος τρόπος χαρακτηρισμού μιας ‘φυσικής μορφολογικής αύλακας παροχέτευσης επιφανειακών υδάτων’ ως ρέμα (ή υδατόρεμα), παρότι ο όρος αυτός αναφέρεται σε προηγούμενα νομοθετήματα με τα οποία αντιμετωπίζεται η προστασία των ρεμάτων και επιβάλλεται η οριοθέτησή τους.

Εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται, όπως αναφέρεται παρακάτω, ότι ο ορισμός μιας τέτοιας μορφολογικής αύλακας ως ρέμα δεν μπορεί να γίνει μονοσήμαντα με την ποσοτικοποίηση μιας μορφολογικής ή υδρολογική-υδραυλικής παραμέτρου. Προς τούτο θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και άλλες παράμετροι που έχουν να κάνουν με υδρολογικές – υδρογεωλογικές συνθήκες και μορφολογικές αναλύσεις των εν λόγω αυλάκων.

Στην τεχνική έκθεση «Διερεύνηση της ανάπτυξης υδρογραφικού δικτύου στην περιοχή Μαύρο Βουνό Γραμματικού» των Αν. Στάμου – Δ. Κουτσογιάννη – Ν. Μαμάση, εξετάζεται το θέμα με μια μέθοδο ποσοτικοποίησης μιας και μόνο μορφολογικής παραμέτρου. Η μέθοδος αυτή προσδιορίζει για κάθε ψηφίδα επιφανείας εδάφους διαστάσεων 25×25 μέτρων, ποια είναι η έκταση του τμήματος της υδρολογικής λεκάνης στην οποία ανήκει, που τα απορρέοντα επιφανειακώς νερά των βροχοπτώσεων που πέφτουν σ’ αυτό, θα οδηγηθούν μέσα στην ψηφίδα. Έτσι, ψηφίδες μέσα από τις οποίες διέρχονται μισγάγκειες αντιστοιχούν σε μεγαλύτερη έκταση επιφανειακής απορροής, απ΄ ότι οι παράπλευρές τους, μέσα από τις οποίες δεν διέρχονται μισγάγκειες. Επίσης, ψηφίδες μέσα από τις οποίες διέρχονται μισγάγκειες και οι οποίες βρίσκονται κοντά στον υδροκρίτη και στην ανάντη περιοχή υδρολογικής λεκάνης, θα αντιστοιχούν σε μικρή σχετικά έκταση επιφανειακής απορροής. Συμβατικά ορίζεται ότι μόνο οι ψηφίδες που αντιστοιχούν σε έκταση επιφανειακής απορροής υδάτων από 0,9 km2 και πάνω καθορίζουν την περιοχή ενός ρέματος.

Επειδή, τώρα, ο καθορισμός, αν ένα συγκεκριμένο σημείο μισγάγκειας ανήκει ή όχι σε ρέμα, εξαρτάται από το μέγεθος και μόνο της λεκάνης απορροής που αντιστοιχεί στην ψηφίδα η οποία περιέχει το συγκεκριμένο σημείο της μισγάγκειας, είναι προφανές ότι μισγάγκειες κοντά στον υδροκρίτη μιας υδρολογικής λεκάνης δεν μπορεί να αντιστοιχούν σε ρέματα. Στην περίπτωση όμως αυτή θα μπορούσαμε να έχουμε αύλακα παροχέτευσης επιφανειακών υδάτων κοντά σε υδροκρίτη υδρολογικής λεκάνης, η οποία να παροχετεύει με συνεχή ροή τα νερά της εκφόρτισης μιας καρστικής πηγής. Με βάση τη μέθοδο που εφαρμόστηκε στην εν λόγω τεχνική έκθεση και περιγράφηκε παραπάνω, η αύλακα αυτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ρέμα, παρότι έχει συνεχή ροή νερού, αν και στην εν λόγω έκθεση αναφέρεται ότι «…για να υπάρχει ρέμα θα πρέπει να μεταφέρει έστω και περιστασιακά σημαντικές ποσότητες νερού.».

Αντίστοιχη κριτική ασκείται και για τον τρόπο ορισμού του ρέματος βάσει του άρθρου 1 του Ν. 4252/2014. Και σε αυτή την περίπτωση ως ρέμα χαρακτηρίζεται φυσική αύλακα παροχέτευσης επιφανειακών υδάτων από το σημείο εκείνο (και κατάντη αυτού) που αντιστοιχεί σε υδρολογική λεκάνη 1 ή 0,5 τετρ. χιλιομέτρου. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι είναι πολύ περίεργο ότι με το νόμο αυτό ο νομοθέτης ορίζει ένα υδρομορφολογικό στοιχείο (μικρό υδατόρεμα) με διαφορετικό τρόπο ανάλογα της θέσης του (εντός ή εκτός ορίων οικισμών ή σχεδίων πόλεως).

Η επικαλούμενη διάκριση μισγάγκειων που ανήκουν ή όχι σε ρέματα ανάλογα με τον τρόπο απεικόνισής τους (συνεχής ή διακεκομμένη γραμμή) στους τοπογραφικούς χάρτες της Γ.Υ.Σ. κλίμακας 1:50.000 δεν μπορεί να αποτελεί σοβαρό στοιχείο χαρακτηρισμού των ρεμάτων. Ο ισχυρισμός ότι τα ρέματα συμβολίζονται με συνεχή γραμμή της μισγάγκειάς τους, ενώ οι μισγάγκειες με διακεκομμένη γραμμή δεν αντιστοιχούν σε ρέματα, είναι παντελώς λανθασμένος. Βάσει του υπομνήματος των χαρτών αυτών οι μισγάγκειες που απεικονίζονται με συνεχή γραμμή αντιστοιχούν σε ρέματα συνεχούς ροής νερού, ενώ οι μισγάγκειες που απεικονίζονται με διακεκομμένη γραμμή αντιστοιχούν σε ρέματα περιοδικής ροής νερού.

Κατά τη γνώμη μας, ο χαρακτηρισμός μιας μορφολογικής αύλακας με συνεχή απορροή επιφανειακών υδάτων ως ρέμα, πρέπει να γίνεται αυτοδίκαια χωρίς καμία περαιτέρω διερεύνηση.

Στην περίπτωση μορφολογικής αύλακας περιοδικής απορροής επιφανειακών υδάτων, για τον χαρακτηρισμό της ή όχι ως ρέμα δεν μπορεί να αρκεί η διερεύνηση μόνο της έκτασης της επιφάνειας αποστράγγισης ανάντη αυτής. Προφανώς ο προσδιορισμός της μέσης και μέγιστης παροχέτευσης επιφανειακών υδάτων θα αποτελούσε ασφαλέστερο κριτήριο για τον χαρακτηρισμό ή μη των ρεμάτων. Επειδή όμως κάτι τέτοιο είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί στην ελληνική πραγματικότητα, προτείνεται ένας έμμεσος τρόπος εφαρμογής του, που βασίζεται σε μορφολογικά χαρακτηριστικά της αύλακας επιφανειακής απορροής και σε γεωλογικά στοιχεία.

Σε περιοχές ανάπτυξης ομογενών γεωλογικών σχηματισμών όταν η επιφανειακή ροή νερού κατά μήκος των μισγάγκειων είναι περιορισμένη, η ένταση της επιφανειακής διάβρωσης στις πλευρές των αυλάκων δεν διαφέρει, τουλάχιστον αισθητά, από την ένταση της διάβρωσης κατά μήκος της μισγάγκειας. Αποτέλεσμα τούτου είναι να διαμορφώνονται εγκάρσιες διατομές αυλάκων απορροής σχήματος ανοικτού V, χωρίς τη δημιουργία οχθιογραμμής (‘φρυδιού’) ρέματος. Αντίθετα, όταν αυξηθεί η ροή του νερού κατά μήκος της μισγάγκειας, η διάβρωση των πετρωμάτων είναι πιο έντονη κατά μήκος αυτής, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εγκάρσιες διατομές της αύλακας με πρανή εκατέρωθεν της μισγάγκειας πολύ μεγαλύτερης κλίσης, σε σχέση με τα πρανή της κοιλάδας του περιβάλλοντος χώρου της αύλακας. Έτσι δημιουργείται αύλακα με σαφείς οχθιογραμμές (γραμμές ‘φρυδιού’) εκατέρωθεν της μισγάγκειάς της, οι οποίες και οριοθετούν αυτή. Αυτού του είδους οι αύλακες επιφανειακής απορροή θα πρέπει να χαρακτηρίζονται ως ρέματα.

Εντός του χώρου του ΧΥΤΑ Γραμματικού μπορεί να διαπιστώσει κανείς χωρίς αμφιβολία ότι διέρχονται αύλακες απορροής επιφανειακών υδάτων με σαφείς οχθιογραμμές, και ως εκ τούτου θα πρέπει όλες αυτές να ενταχθούν στην κατηγορία των ρεμάτων.

Συμπερασματικά όχι μόνο συμφωνώ απόλυτα με την «έκθεση μερικού ελέγχου τήρησης των περιβαλλοντικών όρων και της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, για το έργο κατασκευής της Ολοκληρωμένης Εγκατάστασης Διαχείρισης Αποβλήτων (Ο.Ε.Δ.Α.) Βορειοανατολικής Αττικής στη θέση ΄΄Μαύρο Βουνό΄΄ Γραμματικού» της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος Νοτίου Ελλάδος του Υ.Π.Ε.Κ.Α. σύμφωνα με την οποία (σελ. 17) : «Το κυρίως ρέμα που καταλήγει τελικά στον Ευβοϊκό Κόλπο, στο οποίο συνενώνονταν όλοι οι ανωτέρω κλάδοι του υδρογραφικού δικτύου, δε βρίσκεται σε απόσταση 300 μέτρων από τα όρια του έργου (όπως αναφέρεται στην ΜΠΕ και στην Γεωλογική – Υδρογεωλογική & Υδρολογική μελέτη) αλλά εντός των ορίων κατασκευής του έργου Ο.Ε.Δ.Α Γραμματικού και μάλιστα διέρχεται παράλληλα και πλησίον της υπό κατασκευή μονάδας επεξεργασίας υγρών αποβλήτων και σε πολύ μικρή απόσταση από το πλησιέστερο Β. Δυτικό άκρο του κυττάρου του ΧΥΤΑ (η ελάχιστη απόσταση του ρέματος από το κύτταρο είναι περίπου 60 μέτρα)», αλλά υποστηρίζω ότι και άλλοι μικρότεροι κλάδοι του υδρογραφικού δικτύου στο οποίο ανήκει το εν λόγω ρέμα και οι οποίοι βρίσκονται εντός του χώρου του Χ.Υ.Τ.Α. Γραμματικού αποτελούν ρέματα.

Ως εκ τούτου, όπως άλλωστε αποδέχεται και η παραπάνω έκθεση, θα έπρεπε να είχαν προηγηθεί οι οριοθετήσεις τους σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του Ν.3010/2002, καθώς και να είχαν τηρηθεί οι επιτρεπόμενες αποστάσεις για την κατασκευή κτιριακών εγκαταστάσεων του Χ.Υ.Τ.Α. Γραμματικού .

Αθήνα, 23/06/2014

Ο Συντάξας

Ζ. Καροτσιέρης

 

 

O Ζαφείρης Καροτσιέρης είναι

τ. Επ. Καθηγητή Τμ. Γεωλογίας & Γεωπεριβάλλοντος Ε.Κ.Π.Α.

Σετικά άρθρα
Creative People

Τελευταία Νέα